Categories
Ελληνικά / Greek

Κάποιες σκέψεις για την αλληλεγγύη

…Στον πόλεμο υπάρχουν κινήσεις που είναι επιτυχημένες και άλλες που είναι λανθασμένες, υπάρχουν αγωνιστές που είναι οξυδερκείς και άλλοι που αφήνονται να παρασυρθούν από τον ενθουσιασμό και γίνονται εύκολος στόχος του αντιπάλου και πιθανώς να θέτουν σε κίνδυνο τους συντρόφους. Αυτό σημαίνει ότι ο καθένας θα πρέπει να συμβουλεύει, να υπεραμύνεται και να πράττει την τακτική που θεωρεί πιο πρόσφορη για την επίτευξη της νίκης όσο το δυνατόν συντομότερα και με τις λιγότερες θυσίες. Αυτό όμως δεν μπορεί να αλλοιώσει το βασικό και ξεκάθαρο γεγονός ότι, καλώς ή κακώς, όποιος μάχεται τον εχθρό μας έχοντας τις ίδιες μ’ εμάς προθέσεις είναι φίλος μας και δικαιούται όχι βέβαια την απεριόριστη αποδοχή μας, αλλά την εγκάρδια συμπάθειά μας.

(Ε. Μαλατέστα, L’ Agitiazione, 1901)

Η αλληλεγγύη είναι μια αμφίδρομη σχέση, δηλαδή δεν πηγάζει από τον αλτρουισμό ή από μια απλή αυτοαναφορικότητα. Είναι μια διαδικασία αναγνώρισης- που βρίσκεται σε μια συνεχή εξέλιξη και αλληλεπίδραση- όπου βρίσκουμε ο ένας τον άλλο μέσα από την κοινότητα ιδεών, επιλογών και προοπτικών. Δεν έχει να κάνει με μια αφηρημένη εξεγερμένη ή εν δυνάμει εξεγερμένη ταυτότητα του φυλακισμένου, του μετανάστη, του προλετάριου ή  οποιουδήποτε άλλου «υποκειμένου», αλλά με την θέση μάχης που παίρνει κάθε φορά το ίδιο το άτομο μέσα στην πραγματικότητα του κοινωνικού πολέμου. Από την άλλη ως αναρχικοί επαναστάτες δεν μπορούμε παρά να στεκόμαστε εχθρικά απέναντι σε κάθε δομή και θεσμό της εξουσίας – όπως είναι η φυλακή, τα σύνορα, η μισθωτή σκλαβιά-  και να κινούμαστε δυναμικά εναντίον τους, με βάσει τους δικούς μας όρους και τις δικές μας πρακτικές.

Για να επιθυμείς το γκρέμισμα όλων των φυλακών δεν χρειάζεται να ταυτίζεσαι ούτε με όλους τους κρατούμενους αλλά ούτε να συγκεντρώνεσαι μόνο σε έναν (ή 2 ή 3 ή 23…) που τον νιώθεις σαν δικό σου. Το θέμα δεν είναι η προσωποποίηση των υποθέσεων έγκλειστων συντρόφων, όσο και αν αναπόφευκτα δεν μπορούμε παρά να αναγνωρίσουμε ότι για κάποιους πιο κοντινούς είναι και μια προσωπική υπόθεση, αλλά η υπέρβαση της λογικής του μεμονωμένου περιστατικού προς την ανάδειξη των κοινών νημάτων που διατρέχουν το πεδίο ύπαρξης όλων όσων δεν συντάσσονται με το συντηρητικό-αντιδραστικό στρατόπεδο. Την ίδια στιγμή, οι δεσμοί που υπάρχουν και αναπτύσσονται με τους συντρόφους μας «εντός των τειχών», τα βιώματά τους, μας φέρνουν αντιμέτωπους με την σκληρή πραγματικότητα, μας βάζουν αναπόφευκτα να πάρουμε θέση. Είμαστε μπλεγμένοι σε υποθέσεις συντρόφων, γιατί είμαστε συνένοχοι στο ίδιο έγκλημα της λυσσασμένης αναζήτησης για ελευθερία.

Τα χαρακτηριστικά της αλληλεγγύης είναι τα ίδια με τα χαρακτηριστικά του αγώνα μας, τα οποία δεν αναφέρονται τόσο στις επιλογές μας σχετικά με τα μέσα (αν και συγκεκριμένες πρακτικές μπορούν κάποιες φορές να λειτουργούν σαν ένα ακόμα σημείο αναφοράς) όσο σε ένα κοινό σκοπό, την διάχυτη επίθεση ενάντια στην Κυριαρχία σε όλες της τις εκφάνσεις για την απελευθέρωση των ζωών μας από κάθε μορφή εξουσίας. Πέρα από γεωγραφικά μήκη και πλάτη και ιδεολογικές αγκυλώσεις, αλληλεγγύη σημαίνει πάνω από όλα ότι αναγνωρίζεις στον αγώνα του άλλου ένα κομμάτι του εαυτού σου. Και πέρα από αυτό ακόμα, είναι η όξυνση του αγώνα -σύμφωνα με τα διαφορετικά μέσα που επιλέγει ο καθένας μας, χωρίς να χωράνε εδώ ιεραρχήσεις βάσει θεαματικότητας, παράδοσης ή συγκεκριμένων ατομικών/ συλλογικών προτιμήσεων.

Δεν χρειάζεται να καταλαβαίνεις τα πάντα γύρω από ένα αγώνα που διεξάγεται σε κάποιο άλλο χωρο-χρονικό σημείο, για να τον αντιλαμβάνεσαι ως δίκαιο. Βέβαια, η επιτηδευμένη σύγχυση που καλλιεργείται με την πολύμεση προβολή  της κυρίαρχης ιδεολογίας μας έχει αναγάγει κατά κύριο λόγο σε φορείς απόψεων αντί ιδεών και γνώσεων, με αναφορές και αμυδρές εντυπώσεις που σχεδόν πάντα προέρχονται από εικόνες, ειδήσεις, τυχαία κομμάτια σκόρπιων πληροφοριών με στοιχεία ποπ κουλτούρας. Μέσα από αυτό το πρίσμα ακόμα και τα πιο γνωστά πράγματα μπορούν να φαίνονται «εξωτικά» και η μακρινότητά τους να τα καταστεί ασφαλή προς κάθε είδους κατανάλωση, με την ανάλογη μυθοποίηση, ή από την άλλη ένα γρήγορο προσπέρασμα, να τα συνοδεύει. Πόσο εύκολο είναι να είσαι «υπέρ» ή «κατά» σε κάτι που –όπως ίσως θα ήθελες να πιστεύεις- δεν σε αφορά απόλυτα… Πώς γίνεται οι μολότοφ, οι βόμβες, τα περίστροφα, τα πολυβόλα να είναι κάτι «θεμιτό» σε κάποιο απομακρυσμένο «αλλού» ή «τότε», που τα δικαιολογούν κάποιες υποτιθέμενες κοινωνικό-ιστορικές συνθήκες και την ίδια στιγμή να φαίνονται «απαράδεκτα» εδώ, που η κοντινότητα τους μας επιβάλλει να πάρουμε θέση… Πόσο εύκολο είναι να ταυτίζεσαι απλά σαν χειροκροτητής θεαματικών δράσεων για το πλαίσιο των οποίων γνωρίζεις ελάχιστα ή να αποστασιοποιείσαι παγερά από αγώνες που δίνονται με διάφορα μέσα λόγω μιας νεφελώδους κριτικής-κατάκρισης, απόρροιας στερεότυπων και στεγανών…

Σίγουρα, για να αναπτύξουμε μια σχέση επαναστατικής αλληλεγγύης πρέπει να εμβαθύνουμε, διατηρώντας καλά ακονισμένο το όπλο της κριτικής, στα «γιατί» και τα «πως» η αποσαφήνιση των οποίων δίνει ώθηση στο να μετατρέψουμε κοινές αντιλήψεις και επιλογές σε κοινά ανατρεπτικά σχέδια και ζωντανά εγχειρήματα οργής όπου μαθαίνουμε ο ένας από τον άλλον, στοχεύοντας στο να μπορέσουμε να κόψουμε τα πλοκάμια της υπάρχουσας τάξης όπου και αν εμφανίζονται, έτσι ώστε να μη μπορούν ποτέ να προλάβουν να σβήσουν όλες τις φλόγες. Οι κοινωνικές, πολιτικές, πολιτισμικές συνθήκες μπορούν να διαφέρουν μεταξύ μας, αλλά η επιλογή της επίθεσης στο εδώ και τώρα, είναι δυνατή και αναγκαία παντού.

Η μορφή αναρχικής εξεγερσιακής δράσης πραγματοποιημένης από άτυπες ομάδες συγγένειας που εμπεριέχει την επιλογή της διαρκούς επίθεσης, όπως έχει εξελιχτεί τα τελευταία χρόνια για παράδειγμα στην Χιλή, δεν γεννήθηκε στο κενό, σε κάποιο μεταφυσικό βόθρο της ιδέας της εξέγερσης. Πηγάζει μέσα από ένα συγκεκριμένο ιστορικό/κοινωνικό πλαίσιο, μέσα από εμπειρίες, τραγικές και θετικές, σε ένα πεδίο μάχης γεμάτο κόντρες, διαμάχες, αποτυχίες, θανάτους, βασανιστήρια και φυλακίσεις συντρόφων, -που αναγνωρίζονται ως σύντροφοι για την στάση και τον αγώνα τους παρ’ όλες τις όποιες διαφορετικές θεωρητικές και πρακτικές προσεγγίσεις. Η αναγνώριση αυτής της παρακαταθήκης δεν την εμποδίζει να συνεχίζει να αναζητάει το δικό της μονοπάτι, κρατώντας ακόμα τους παλιούς χάρτες σαν βοήθεια και όχι σαν οδηγό και κοιτώντας τα αστέρια και μυρίζοντας τον εχθρό να σχεδιάζει καινούργιες ενέδρες σε αυτή την τσιμεντένια -η μη- ζούγκλα.

 

Αθήνα, Δεκέμβριος 2010

(Το κείμενο αποτελεί τον πρόλογο στην μπροσούρα “Κοινωνικός Πόλεμος στη Χιλή στα Χρόνια της Δημοκρατίας”)

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *